Φλεβάρης, μήνας του καρναβαλιού. Οργιώδεις απολαύσεις των παλιών καιρών, προτού εφευρεθεί η αμαρτία και φυλακίσει η ενοχή τον οίστρο των ανθρώπων για να τον απελευθερώσει τάχα, αιώνες ύστερα, η μόδα που κατήντησε την ηδονή καταναλωτική συνήθεια… Η ανάμνηση ωστόσο μιάς Εδέμ αισθήσεων και αισθημάτων μέσα μας ζει: Χρώματα που μοσχοβολούν και μυρωδιές που αστράφτουν, ψαλμοί θηρίων, βρυχηθμοί αγγέλων, σώμα πιο ελαφρύ κι απ’ την ψυχή, χώμα πιο αφράτο κι απ’ τα σύννεφα. Γι’ αυτό, τις κρύες νύχτες του Φλεβάρη, μεταμφιεζόμαστε με αποκριάτικες στολές, φοράμε μάσκες –για να κρύψουμε ή για να αποκαλύψουμε;– κι ορμάμε ξέφρενοι στα κλαμπ και στα μπουζούκια. Μπουκάλια αδειάζουν, πίστες γεμίζουν, τραπέζια ανατρέπονται, φορέματα λεκιάζονται, σχέσεις φουντώνουν σαν φωτιές και σχέσεις σπάνε σε χιλιάδες κοφτερά κομμάτια. Την επομένη το πρωί, είμαστε όλοι χάλια. Όσο όμως κι αν γυρνάει το κεφάλι μας και νοιώθουμε το στόμα μας παπούτσι και αναρωτιόμαστε πώς διάολο χαλάσαμε τόσα λεφτά – ποιος διάολος μας έριξε μαζί με εκείνην ή με εκείνον στο κρεββάτι, δεν πρέπει να λυπόμαστε ούτε να μετανοιώνουμε για τα καμώματά μας. Κάλλιο να φυλάμε τον οίκτο μας για κάποιους άλλους, κάποιους που ποτέ τους δεν χάνουν τον έλεγχο μα στέκουν πάντα με το ένα πόδι έξω απ’ τη γιορτή κι επωφελούνται από το γενικό μεθύσι για να προωθήσουνε τις ψύχραιμες επιδιώξεις τους. Μας κοιτάνε με αλλαζονική νηφαλιότητα, καυτηριάζουν τις παρεκτροπές, τα δήθεν ρεζιλίκια μας αλλά δεν καταφέρνουν τελικά να καλύψουν τη θλιβερή –για εκείνους, όχι για εμάς– αλήθεια. Πως για να βγεις εκτός εαυτού, ένα πράγμα μονάχα χρειάζεται: Να έχεις εαυτό.
Χ. Α. ΧΩΜΕΝΙΔΗΣ