Ημερολόγιο 2006

Πρέπει να ήταν 1950 όταν πήγα για πρώτη φορά στην Πάρο. Με πήρε η μητέρα μου (αποχαιρετώντας τη γειτονιά!) για λίγες μέρες, ανταποδίδοντας την επίσκεψη μακρινών συγγενών στη Σύρα. Οι συγγενείς ήταν δύο άντρες. Έφτασαν στην Ερμούπολη ύστερα από τριάντα χρόνια για κάποιο «τρομερό» δικαστήριο, χωρίς στο μεταξύ να έχουν την παραμικρή επικοινωνία με την οικογένειά μου.
Έτσι μάθαμε ότι ο γείτονας του συγγενή μας στο χωριό Τσιμπίδο (Μάρπησσα) του έκανε μήνυση επειδή ο… κόκοράς του έκανε το γαμπρό στις κότες του! Και μες στα μαύρα μεσάνυχτα (πώς μας βρήκαν;) ξυπνήσαμε από τα άγρια χτυπήματα στην πόρτα.
– Ήρθαμε, είπαν, σαν να είχαν να ιδωθούν από προχτές.
Ανταποδώσαμε, λοιπόν, την επίσκεψη. Πριν ξεκινήσουμε για το χωριό (τη μισή διαδρομή με τα πόδια γιατί χάλασε το λεωφορείο) σταματήσαμε για προσκύνημα στην Εκατονταπυλιανή. Εκεί έγινε το μικρό θαύμα που με κυνηγάει ακόμη.
Μια νέα γυναίκα γονατιστή μπροστά στην ολόλαμπρη εικόνα χωρίς να ενδιαφέρεται αν και ποιος την ακούει έκλαιγε σπαρακτικά με γοερές κραυγές και παρακαλούσε τη Θεοτόκο να βοηθήσει τον άντρα της να βρει δουλειά! Τότε οι άνθρωποι μόνο από τους αγίους περίμεναν βοήθεια…
Πριν από λίγες μέρες ο φίλος μου Γιάννης Πάριος μου χάρισε μια ασημένια μικρογραφία της εικόνας. Πάλι ήρθε στο μυαλό μου η ίδια σκηνή. Ο θρήνος και οι επικλήσεις εκείνης της γυναίκας.